Απίστευτο παιχνίδι της μοίρας: Η κολλητή της φίλη ήταν η χαμένη της αδερφή
Την είχαν απαγάγει από το μαιευτήριο ότι ήταν τριών ημερών – Οι αδερφές ξανάσμιξαν τυχαία στο Λύκειο
Όσο κι αν ακούγεται απίστευτο, μία μαθήτρια Λυκείου ανακάλυψε ότι η επιστήθια φίλη της ήταν στην πραγματικότητα το… αίμα της: η χαμένη της αδερφή.
Η Κάσιντι Νερς από το Κέιπ Τάουν αφηγείται την δραματική ιστορία της, η οποία όμως είχε αίσιο τέλος, όπως αναφέρει το περιοδικό «Newsweek». Η ίδια εξηγεί ότι, την αδερφή της την είχαν απαγάγει από το μαιευτήριο όταν ήταν μόλις τριών ημερών κι έκτοτε είχαν εξαφανιστεί τα ίχνη της.
Η γυναίκα που την μεγάλωσε σαν μητέρα της, καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση για την απαγωγή της Ζέφανι Νερς που την είχε βαφτίσει ως «Μισέ».
Η Λαβόν Σόλομον υποστήριξε ότι δεν είχε απαγάγει το βρέφος, αλλά μια γυναίκα που λεγόταν Σύλβια είχε κανονίσει να της φέρει ένα μωρό επί πληρωμή. Μετά την αποβολή, επιθυμούσε διακαώς ένα δικό της παιδί και η ανταλλαγή έγινε στον σιδηροδρομικό σταθμό «Wynberg».
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται ότι η Κάσιντι πήγε στο Λύκειο. Όταν πέρασε το κατώφλι του Λυκείου, η Κάσιντι Νερς άρχισε να κάνει παρέα με μία κοπέλα με της έμοιαζε απίστευτα.
Ύστερα από έναν χρόνο, αποκαλύφθηκε η ταυτότητά της: η κολλητή της φίλη ήταν η χαμένη της αδερφή.
«Όταν ήμουν τεσσάρων ή πέντε χρονών, οι γονείς μου με ενημέρωσαν ότι είχα μία αδερφή, τη Ζέφανι, η οποία είχε εξαφανιστεί. Ήταν ζωντανή μόλις τρεις ημέρες όταν απήχθη από το νοσοκομείο «Groote Schuur» στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής το 1997.
«Στη διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας, οι γονείς μου μιλούσαν συνεχώς για την αδελφή μου. Σκέφτονταν αν ήταν ασφαλής και αν την αγαπούσαν αυτοί που την είχαν απαγάγει. Είχα δει ιστορίες στις ειδήσεις για εξαφανισμένα παιδιά που δεν επέστρεφαν ποτέ στο σπίτι τους. Έτσι, όταν ήμουν μικρότερη, πάντα πίστευα ότι της είχε συμβεί το χειρότερο. Ειλικρινά, η παιδική μου ηλικία δεν ήταν εύκολη. Πράγματα απλά για ένα μικρό παιδί, όπως το να παίζεις με τους φίλους σου ή να παίζεις με τους γείτονές σου, εγώ δεν μπορούσα να το κάνω. Δεν μπορούσα να μείνω έξω μόνη μου για περισσότερο από δέκα λεπτά χωρίς να έρθουν οι γονείς μου να με αναζητήσουν. Κάθε χρόνο κάναμε πάρτι γενεθλίων για τη Ζέφανι, αλλά μόλις πήγα στο Λύκειο άρχισα να τη σκέφτομαι καθημερινά. Δεν ξέρω τι άλλαξε, απλά είχα αυτό το συναίσθημα στην καρδιά μου ότι ίσως ήταν κάπου εδώ κοντά», όπως αναφέρει η Κάσιντι.
Η πρώτη φορά που άκουσε για την Μισέ Σόλομον ήταν στο μάθημα των Αγγλικών το 2014. Τότε, η καθηγήτριά της την πλησίασε και της είπε ότι έμοιαζε πολύ με μια άλλη μαθήτρια.
«Τη ρώτησα πόσο χρονών ήταν και μου είπε ότι ήταν 17 ετών, δηλαδή στην ίδια ηλικία που θα ήταν και η αδελφή μου εκείνη την εποχή. Μια μέρα έφυγα από το μάθημα της τεχνολογίας και στο διάδρομο γινόταν χαμός. Όλοι οι μαθητές φώναζαν: «Κοιτάξτε, εκεί είναι τα κορίτσια που μοιάζουν μεταξύ τους!»
Γύρισα και κοίταξα το πρόσωπο της Μισέ. Την ίδια στιγμή είπαμε και οι δύο: «Γιατί όλοι λένε ότι μου μοιάζεις!» Μετά γελάσαμε και οι δύο. Ένιωσα τόσο περίεργα. Είχα αυτό το συναίσθημα στο στομάχι μου, ακόμα και τώρα έχω αυτό το νευρικό συναίσθημα.
Ένα 24ωρο αργότερα, καθόμουν στο γρασίδι. Η Μισέ με πλησίασε και με ρώτησε αν ήθελα να κάνω παρέα μαζί της. Ήμουν μόλις 14 ετών. Ήμουν μωρό στο Λύκειο και μια 17χρονη ήθελε να χαλαρώσει μαζί μου; Σκέφτηκα ότι θα ήταν ωραίο, οπότε της είπα εντάξει».
Από εκεί και πέρα η σχέση μας μεγάλωσε. Τρώγαμε μαζί μεσημεριανό καθημερινά και με περίμενε έξω από το σχολείο κάθε πρωί. Ερχόμασταν όλο και πιο κοντά. Είπε ότι θα με πρόσεχε και δεν θα άφηνε κανέναν να με πειράξει. Όταν έμαθε για την αγνοούμενη αδελφή μου είπε: «Θα γίνω η μεγάλη σου αδελφή».
Μια μέρα της ζήτησα να μου δείξει φωτογραφίες των γονιών της. Όταν μου τις έδειξε, έμεινα με το στόμα ανοιχτό.
«Οι γονείς σου δεν σου μοιάζουν» της είπα. «Α, ναι. Πολλοί άνθρωποι μου το λένε αυτό», ήταν η απάντησή της. Δεν υπήρχε καμία απολύτως ομοιότητα, σκέφτηκα.
Τότε ήταν που σκέφτηκα να μιλήσω στους γονείς μου γι’ αυτό. Όταν είπα στον πατέρα μου για αυτό το κορίτσι που μου έμοιαζε, δεν το πήρε στα σοβαρά. Είχα προγραμματίσει να τη συναντήσει ο μπαμπάς μου μετά το σχολείο, όταν θα ερχόταν να με πάρει. Όταν τη συνάντησε, τη ρώτησε: «Γιατί μου μοιάζεις;». Αλλά η Μισέ δεν μπορούσε να το δει, και λίγο μετά τη συνάντησή τους, φύγαμε.
Η Μισέ και εγώ γνωριζόμασταν περίπου ένα χρόνο, όταν αποφασίσαμε να κάνουμε μία ημέρα κοπάνα και να πάμε σε φαστφουντάδικο. Ήξερα ήδη ότι ο μπαμπάς μου θα με μάλωνε που το έσκασα από το σχολείο, αλλά αποφάσισα να πάω ούτως ή άλλως.
Κάποια άλλα παιδιά του είπαν ότι είχα πάει να πάρω φαγητό με την «σωσία» μου. Ήρθε να μας βρει και κάθισε στο τραπέζι μας. Ο μπαμπάς μου ζήτησε να δει μια φωτογραφία των γονιών της Μισέ και αντέδρασε ακριβώς όπως κι εγώ. Αστειεύτηκε, μάλιστα, ότι ίσως ήταν υιοθετημένη.
Δεν είχα ιδέα ότι ο μπαμπάς μου ερευνούσε αν μπορεί να είχαμε συγγένεια με τη Μισέ. Δεν είχα ιδέα ότι είχε ενημερώσει την αστυνομία. Ούτε η Μισέ το ήξερε, απλά τα πηγαίναμε καλά σαν δύο έφηβες.
Δεν μπορώ να θυμηθώ την ημέρα που όλα άλλαξαν, αλλά νομίζω ότι ήταν Τετάρτη. Ο πατέρας μου υποτίθεται ότι θα με έπαιρνε από το σχολείο, αλλά δεν ήρθε ποτέ. Στη θέση του, ήρθε η θεία μου. Είπε ότι ήταν απασχολημένος στη δουλειά, αλλά εγώ είχα άγχος. Ένιωθα ότι κάτι θα συνέβαινε. Μετά πήγα σπίτι. Πέταξα την τσάντα μου κάτω και χτύπησε το τηλέφωνο του σπιτιού.
Το σήκωσα και ήταν η Μισέ. Την ρώτησα: «Πώς βρήκες αυτό το νούμερο;» Είπε ότι ήθελε να μου πει κάτι, αλλά εγώ ήθελα να μάθω πώς βρήκε τον αριθμό τηλεφώνου του σπιτιού μου, γιατί συνήθως μιλούσαμε μέσω του κινητού μας τηλεφώνου.
Τότε μου είπε: «Δεν ξέρω: Μου το έδωσε ο μπαμπάς. Είμαι η αγνοούμενη αδελφή σου». Είχε κάνει ένα τεστ DNA και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ταυτιζόταν κατά 99,9%.
Η ιστορία των δύο κοριτσιών έγινε και ντοκιμαντέρ…